Στην Ελλάδα ο κίνδυνος θανάτου από δήγμα (δάγκωμα) δηλητηριώδους φιδιού, είναι γενικά περιορισμένος. Σε αντίθεση βέβαια με άλλες περιοχές του πλανήτη, Κεντρική και Νοτιοανατολική Ασία (ιδίως Ινδίες), Αυστραλία, Αφρική, Αμερική. Αυτό διότι, το μοναδικό δηλητηριώδες φίδι που απαντάται στην Ελλάδα, είναι η έχιδνα (οχιά).
Το άτομο που υπέστη δήγμα έχιδνας, μπορεί από την δράση του δηλητηρίου να εμφανίσει:
• Διαταραχές πήξεως και αιμορραγίες, λόγω βλαπτικής επιδράσεως επί των πηκτικών και αιμοστατικών μηχανισμών του οργανισμού.
• Δυσλειτουργία και ανεπάρκεια από τους πνεύμονες, την καρδιά και τους νεφρούς.
Σε περίπτωση δήγματος (δαγκώματος) φιδιού, πρέπει κατ΄ αρχήν να ευρεθεί και να αναγνωρισθεί το υπεύθυνο φίδι, ώστε να εξακριβωθεί εάν πρόκειται για δηλητηριώδες δάγκωμα ή όχι. Στο δήγμα έχιδνας, αναγνωρίζονται χαρακτηριστικά δύο οπές (τρύπες), από τα πρόσθια δόντια της. Εάν η εύρεση του φιδιού είναι αδύνατη ή δύσκολη, και το κυριότερο θέτει σε κίνδυνο και άλλα άτομα, τότε εκλαμβάνεται το υφιστάμενο δήγμα ως δηλητηριώδες και αρχίζουν οι προσπάθειες αντιμετωπίσεως (Α΄βοήθειες). Ταυτόχρονα κάποιος άλλος παριστάμενος, θα πρέπει άμεσα να προβεί σε κλήση των υγειονομικών υπηρεσιών, για την κατά το δυνατό ταχύτερη μεταφορά του θύματος σε Θεραπευτήριο.
Κατ΄ αρχήν το θύμα ξαπλώνεται, απαγορεύονται οι μετακινήσεις του (μυϊκή δραστηριότητα και κυκλοφορία του αίματος), ενθαρρύνεται και του συστείνεται ψυχραιμία και ηρεμία. Η περιοχή του τραύματος (δήγματος), πιέζεται περιμετρικά, ώστε να απομακρυνθεί από την περιοχή η μέγιστη δυνατή ποσότητα αίματος με το εμπεριεχόμενο δηλητήριο. Η διαδικασία απομυζήσεως (ρουφήγματος) του τραύματος ή εγχαράξεως με κάποιο τέμνον όργανο (π.χ. μαχαίρι), δεν έχει αποδειχθεί ότι αποδίδουν ιδιαιτέρως και έχουν εγκαταλειφθεί.
Εν συνεχεία, το τραύμα εκπλένεται με καθαρό νερό και σαπούνι (εάν δεν υπάρχει διαθέσιμο κάποιο άλλο αντισηπτικό διάλυμα εκπλύσεως).
Εάν το σημείο του δήγματος εντοπίζεται σε κάποιο μέλος του σώματος (χέρι ή πόδι), τότε με έναν ελαστικό επίδεσμο ή έστω με ένα ελαστικό ύφασμα ή ακόμη και με λωρίδες υφάσματος ή κάποιου ρούχου, επιχειρείται η περίδεση του μέλους 3-4 δάκτυλα κεντρικότερα του δήγματος (πάνω από σημείο του δαγκώματος). Η περίδεση αποσκοπεί στην μείωση της φλεβικής επανόδου (της φλεβικής κυκλοφορίας προς το κέντρο του σώματος), ούτως ώστε να εγκλωβισθεί το δηλητήριο στην περιφέρεια και να μην υποστούν βλάβες τα κεντρικά ζωτικά όργανα του σώματος. Δυστυχώς, η αποτελεσματικότητα της περίδεσης δεν είναι εξαιρετική, διότι αφ΄ ενός μία ποσότητα δηλητηρίου κινείται και διά της λεμφικής οδού (μικρά λεμφαγγεία), αφ΄ ετέρου η άσκηση ισχυρής περίδεσης για την ουσιαστική ανάσχεση της φλεβικής κυκλοφορίας οδηγεί σε συμπίεση και των αρτηριακών στελεχών, οπότε ανακύπτουν άλλα σοβαρά προβλήματα που σχετίζονται με την αιμάτωση και την βιωσιμότητα του σκέλους. Έτσι, δεν θα πρέπει να παραλείπεται μετά την περίδεση, η απόπειρα ψηλαφήσεως σφυγμού περιφερικότερα. Εάν ο σφυγμός απουσιάζει ή είναι εξαιρετικά αδύναμος, η περίδεση θα πρέπει να χαλαρώνει σχετικά.
Εάν υπάρχει πόνος, μπορεί να δοθεί στο θύμα κάποιο κοινό αναλγητικό. Απαγορεύεται όμως η χορήγηση οινοπνευματωδών ποτών, δεδομένου ότι το οινόπνευμα προκαλεί αγγειοδιαστολή, διευκολύνοντας την διασπορά του δηλητηρίου.
Είναι απαραίτητη η παραμονή και η συμπαράσταση στο θύμα, μέχρι να καταφθάσει η υγειονομική βοήθεια για την μεταφορά του σε θεραπευτήριο.
Για περιπτώσεις εκτός Ελλάδος, θα πρέπει να γίνεται περιγραφή των χαρακτηριστικών του φιδιού, ώστε να προσεγγίζεται από τους αρμοδίους ο τύπος του και να χορηγείται ο αντίστοιχος αντιοφικός ορός, πέραν των λοιπών υποστηρικτικών θεραπευτικών μέτρων (ενδοφλέβια χορήγηση κρυσταλλοειδών διαλυμάτων, ρύθμιση ηλεκτρολυτών, αντιβιοτική και αντιτετανική κάλυψη, χορήγηση οξυγόνου, παρακολούθηση καρδιακής και νεφρικής λειτουργίας, κ.λ.π.). Πάντως, η χορήγηση αντιοφικού ορού, γίνεται σε εξειδικευμένα κέντρα, αφού συχνά εμπλέκεται με σοβαρές αλλεργικές εκδηλώσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου